Ο καιρός

Online Χρήστες

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 247 guests και κανένα μέλος

«Η Αληθινή αξία ενός ανθρώπου φαίνεται στο πως φέρεται σε κάποιον από τον οποίο δεν έχει κανένα όφελος».

Είναι κάτι φορές που η καλοσύνη κάποιων ανθρώπων σε ξαφνιάζει, σε βάζει σε σκέψεις. Βλέπεις οτι είναι τόσο απλό το να κάνεις έναν άνθρωπο να νιώσει λίγη χαρά, να δώσεις λίγη αγάπη. Δεν το κάνεις όμως, φοβάσαι μήπως σου τελειώσει η αγάπη. Όχι δεν τελειώνει γιατί πηγάζει από μια αστείρευτη πηγή. Την καρδιά σου. Αν και είναι το πολυτιμότερο δώρο η αγάπη, δεν κοστίζει τίποτα όση κι αν χαρίσεις.
Αισθάνομαι την ανάγκη να πω ένα ευχαριστώ σε έναν άνθρωπο (που δεν ζει πια ) για κάτι που έκανε για μένα.
Η ιστορία που θα διαβάσετε δεν είναι κάτι το συγκλονιστικό, είναι μια καθημερινή στιγμή αγάπης και καλοσύνης που βιώνουμε όλοι από ανθρώπους που υπάρχουν γύρω μας και είμαι σίγουρος οτι σε όλους θα έχει συμβεί κάτι ανάλογο.
Απλά θέλω να την μοιραστώ μαζί σας, γιατί καθώς λέει ένα γνωμικό.... στους πολλούς ανάθεμα δεν χωράει, χωράει όμως ηθική ανταμοιβή σε αυτούς που προσφέρουν στον συνάνθρωπό τους.

Λογκανίκος, χειμώνας δεκαετία του 80.
Ο χειμώνας είχε φτάσει με όλα του τα καλά. Κρύο παγωνιά και χιόνι. Πολύ χιόνι!!.
Η Νομαρχία δεν είχε -μας είπε- εκχιονιστικό μηχάνημα να στείλει να ανοίξει το δρόμο και περιμέναμε βοήθεια εξ ..ουρανού. Να βρέξει η να βγει ο ήλιος.
Μερικοί τολμηροί πήγαιναν στα ελαιοπερίβολα να τινάξουν τις ελιές για να μην σπάσουν από το βάρος του χιονιού.
Κάποιοι άλλοι (οι περισσότεροι) το «έκοβαν» για τα καφενεία και τις ταβέρνες εκεί που το μπρίκι με το τσίπουρο ανεβοκατέβαινε στο πετρογκάζ ασταμάτητα.-------Βάλε μια δόση ακόμα ρε Γιάννη (όνομα τυχαίο) λέγανε στον καφετζή.
---Φέρε κι από μένα μια, αλλά κοίτα, βάλε λίγη ζάχαρη ακόμα γιατί στο πρώτο δεν είχες βάλει αρκετή
---Δε χρειάζεται και πολύ ζάχαρη, δεν κάνει καλό έλεγε ο καφετζής για να καλύψει την τσιγκουνιά του.
Όσο υπήρχε χιόνι στους δρόμους, δεν ερχόταν και το λεωφορείο να φέρει ψωμί.
Η εξέλιξη, η καλυτέρευση της ζωής είχε σαν αποτέλεσμα πολλοί να εγκαταλείψουν τους φούρνους και να αγοράζουν ψωμί.
Σήμερα όσοι φούρνοι έχουν απομείνει, στέκουν μισογκρεμισμένοι να ..στολίζουν τις αυλές έτσι για να μας θυμίζουν μια εποχή που πέρασε και που ποτέ δεν θα ξανάρθει.
Ήμουν κι εγώ ένας από τους νοικοκυραίους που δε ζύμωναν πια, για αυτό, εκείνο το βράδυ που το λεωφορείο δεν ήρθε και το χιόνι έπεφτε ράιτ θρου, έψαχνα απεγνωσμένα να βρω ψωμί. Πήρα «μπάλα» όλα τα μαγαζιά - κανένα δεν είχε - κι είχα αφήσει τελευταίο το μπακάλικο του Μπάρμπα-Λια στην πλατεία. Εκεί ήλπιζα οτι θα βρω γιατί πάντα έφερνε πολλά ψωμιά και ίσως να του είχε μείνει κάποιο από χτες.
Δυο παρέες ήταν εκείνη την ώρα και πίνανε τα τσιπουράκια τους. Με κάλεσαν να με κεράσουν, συζητήσαμε για την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί με το χιόνι και σε κάποια στιγμή ρωτάω τον Μπάρμπα-Λια εάν έχει ψωμί. Η απάντησή του ήταν αρνητική κι αφού ήπιαμε μερικά ακόμα φύγαμε για τα σπίτια μας.
Την άλλη μέρα το πρωί χτύπησε το τηλέφωνο. Στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής Γραμμής, μια αντρική φωνή με καλούσε να πάω να φτιάξω μια σωλήνα του νερού που είχε σπάσει από τον πάγο.
Πρέπει να σας πω οτι επειδή είχα μερικά εργαλεία κάβουρες, τσιμπίδες, βιδολόγους, σιδεροπρίονα κ.λπ. «έκανα» και τον υδραυλικό. Δεν τα πήγαινα και άσχημα.
Δεν μπορούσα να του αρνηθώ γιατί ήταν καλός φίλος. Με αγαπούσε κι εγώ τον σεβόμουν και τον εκτιμούσα.

«Η ομορφιά στον άνθρωπο δεν είναι η ομορφιά του είναι οτι αισθάνεται για τους άλλους η καρδιά του».

--- Εντάξει μπάρμπα θα έρθω, του είπα στο τηλέφωνο.
Ζαλώνομαι στον έναν ώμο ένα στρατιωτικό σακίδιο με όλα τα συμπράγκαλα γωνίες, μούφες, ρακοράκια, σοληνοκόπτες, λινάρι και στον άλλον το τρίποδο με την μέγγενη και ξεκινώ για τα πάνω Γοματέϊκα όπου ήταν το σπίτι του.
Με πολύ κόπο και δυσκολία και τσαλαπατώντας σε μισό μέτρο χιόνι έφτασα στο σπίτι του. Η εξώπορτα ήταν μισάνοιχτη την έσπρωξα και μπήκα.
--- Που είναι η σπασμένη σωλήνα; τον ρωτάω.
--- Έλα πάνω να πιούμε ένα κονιακάκι να ζεσταθούμε - μου λέει - και μετά η σωλήνα.
--- Όχι, πρώτα θα φτιάξουμε τη σωλήνα και μετά καθόμαστε μέχρι το βράδυ.
--- Ρε έλα εδώ που σου λέω κι άστη σωλήνα!!!
--- Όχι, πρώτα θα τελειώσουμε τη δουλειά - επέμενα εγώ.
--- Ααααααα είσαι και μπουμπούνας-μου λέει.
Εγώ είχα «στυλώσει» τα πόδια και δεν ανέβαινα. Επέμενα να τελειώσουμε τη σωλήνα πρώτα.
--- Τι σωληνολογάς μωρέ - μου λέει. Είσαι με τα καλά σου; Δε βλέπεις οτι είναι όλα παγωμένα. Δε σου κόβει καθόλου;
Ήτανε και…φωνακλάς.
Τότε συνειδητοποίησα οτι και να είχε σπάσει κάποια σωλήνα δεν φαινόταν γιατί ήταν όλα παγωμένα και σκεπασμένα με χιόνι.. Δεν ήμουν και τελείως...... μου έκοβε λιγάκι, αλλά που να πάει το μυαλό μου.
--- Τότε γιατί με φώναξες;
--- Έλα πάνω και θα δεις.
Ανέβηκα πάνω, μπήκαμε στο χειμωνιάτικο που έμοιαζε σαν φούρνος από τη πυρωμένη σόμπα και στο τραπέζι περίμενε... το ζεστό τσιπουράκι. Η ζεστασιά όμως που είχαν στις καρδιές τους ο Μπάρμπα-Θανάσης και η γυναίκα του Κατερίνα, ήταν περισσότερη κι από αυτή της πυρωμένης σόμπας.


«Δεν έχει σημασία πόσο μεγάλο είναι το σπίτι σου, αλλά πόσο κόσμο χωράει η καρδιά σου».


--- Βρήκες πουθενά ψωμί εχτές; με ρωτάει.
Εδώ πρέπει να πούμε ότι ο Μπάρμπα Θανάσης ήταν στην παρέα χτες το βράδυ στο μπακάλικο της πλατείας και άκουσε που έψαχνα για ψωμί.
--- Όχι, δεν βρήκα.
--- Πάρε αυτό εδώ - μου λέει- και πήγαινε σπίτι να φάνε τα παιδιά.
Ήταν ένα σακούλι γεμάτο αγάπη και καλοσύνη, ένα καρβέλι ψωμί, τυρί, αβγά κι άλλα πολλά.

Αυτός ήταν ο Μπάρμπα-Θανάσης Κων. Γομάτος που για μένα εκείνη την ημέρα υπήρξε ένας καλός... Σαμαρείτης!!!.

Παντού υπάρχουν άνθρωποι που αξίζουν. Αρκεί να έχουμε τα μάτια και τα αυτιά της ψυχής μας ανοιχτά και θα τους βρούμε. Ας πυρωθούμε από την φλόγα της καλοσύνης και της αγάπης τους να νιώσουμε το ωραίο αυτό συναίσθημα για το οποίο είμαστε φτιαγμένοι εμείς οι άνθρωποι. Να αγαπάμε και να αγαπιόμαστε, τότε σίγουρα θα κάνουμε κάποιους να νιώσουν καλύτερα.
Μέσα σ' αυτούς θα είμαστε κι εμείς.

Γιώργος Ιατρού
Βοστώνη Αμερικής.

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία περιήγησης. Με τη χρήση της αποδέχεστε αυτόματα τη χρήση των cookies.